Μιχαήλ Γ' ο Μέθυσος

1. Ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Γ’. Μικρογραφία από χειρόγραφο του 15ου αι. Από την Ιστορία του Ιωάννη Σκυλίτζη (Skyllitzes Matritensis, Biblioteca Nacional de España) και ένθετο: νόμισμα με τον Μιχαήλ Γ’ με την αδελφή του Θέκλα.
2. Ο Μιχαήλ Γ’ ως αρματοδρόμος στα ανάκτορα του Αγίου Μάμαντα. (Σύνοψις Ιστοριών Ιωάννου Σκυλίτση, Κώδικας Μαδρίτης).
3. Η δολοφονία του Βάρδα ενώπιον του Μιχαήλ. (Σύνοψις Ιστοριών Ιωάννη Σκυλίτση, Κώδικας Μαδρίτης).
4. Η στέψη του Βασιλείου Α’ του Μακεδόνα ως συναυτοκράτορα από το Μιχαήλ Γ’, (Σύνοψις Ιστοριών Ιωάννη Σκυλίτση, Κώδικας Μαδρίτης).
Ο Μιχαήλ Γ’ ο Μέθυσος ήταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου από το 842 μέχρι το θάνατό του το 867.
Ήταν γιος και Διάδοχος του Θεόφιλου, ενώ ανήλθε στο θρόνο σε ηλικία τριών ετών υπό την εποπτεία της μητέρας του Θεοδώρας και τη συμπαράσταση του αδελφού της Βάρδα.
Ο θείος του και επίτροπος παραμέλησε επίτηδες την ανατροφή του με αποτέλεσμα να θεωρείται ο Μιχαήλ ένας μέθυσος και ανίκανος να ασκήσει την εξουσία αφού οι αφορμές που έδιδε ήταν αρκετές.
Ο Μιχαήλ Γ’ ενέδιδε υπερβολικά στο κρασί και επιδιδόμενος με τους φίλους του σε όργια, χλεύαζε τακτικά και δημόσια τα δόγματα και τους τύπους της Εκκλησίας, εξ ου και το προσωνύμιο «Μέθυσος». Είχε φήμη βάναυσου, μέθυσου και ηδονιστή. Αλλά ίσως να υπήρχε και λίγη υπερβολή σε όλα αυτά.
Η βασιλεία του ήταν πολύ πετυχημένη. Το μειωτικό παρατσούκλι του και η κακή του φήμη οφείλονται μάλλον σε ιστορικούς της εποχής του Βασιλείου Α’ που επεδίωξαν να δικαιολογήσουν το φόνο του. Αν ήταν πραγματικά απαίσιος και άσχετος, ήξερε τουλάχιστον να διαλέγει καλούς συνεργάτες.
Νυμφεύθηκε την Ευδοκία την Δεκαπολίτισσα, αλλά εξακολουθούσε να άγεται και να φέρεται από την παλαιά του ερωμένη Ευδοκία Ιγγερίνη.
Την εξουσία ασκούσε όμως ουσιαστικά ο θείος του Καίσαρ Βάρδας ενώ το Βυζάντιο διερχόταν κρίσιμες στιγμές στη Πελοπόννησο, την οποία άρχισαν να καταστρέφουν οι Σλάβοι, στη Κρήτη όπου απέτυχαν οι επιχειρήσεις κατά των Αράβων, στη Σικελία και την Καλαβρία που είχαν καταληφθεί από τους Άραβες και τους Φράγκους, και στη Μικρά Ασία όπου αδυνατούσε να αντιμετωπίσει τους Παυλικιανούς και τους Άραβες.
Το 865 οι Ρώσσοι επιτέθηκαν κατά του Βυζαντίου και πολιόρκησαν από την θάλασσα την Κωνσταντινούπολη, όμως τελικά αναγκάσθηκαν να λύσουν την πολιορκία λόγω σφοδρής τρικυμίας.
Ο Μιχαήλ καθαίρεσε τον Πατριάρχη Ιγνάτιο και τον αντικατέστησε με έναν λαϊκό, τον Φώτιο, πολύ μορφωμένο και ικανό άνθρωπο που την εποχή του έδρασαν οι ιεραπόστολοι Κύριλλος και Μεθόδιος, εφευρέτες του Σλαβικού αλφαβήτου και εκχριστιανιστές των Σλάβων. Το 863 μάλιστα, όταν βαφτίστηκαν Χριστιανοί οι Βούλγαροι, ο Μιχαήλ ήταν ανάδοχος του βασιλιά τους, Βόριδα, ο οποίος για το λόγο αυτό πήρε και το χριστιανικό όνομα «Μιχαήλ».
Η προώθηση του Φωτίου στον πατριαρχικό θρόνο το 863 έδωσε το έναυσμα για το Σχίσμα των Εκκλησιών. Επίσης ο Φώτιος βρέθηκε σε αντιπαράθεση με τον Πάπα Νικόλαο Α’ για θέματα πρωτοκαθεδρίας, δικαιοδοσίας επί των νεοφωτισθέντων Σλάβων και για το «filioque» και έτσι ο πάπας Νικόλαος Α’ ανακήρυξε τον Φώτιο παράνομο και τον αναθεμάτισε.
Δεδομένου ότι Μιχαήλ δεν είχε αποκτήσει παιδιά από την γυναίκα του Ευδοκία την Δεκαπολίτισσα, ο Βάρδας ήλπιζε ότι η βασιλεία θα περιέλθει στον ίδιο και στους γιους του. Σε εφαρμογή των σχεδίων του αυτών, έπεισε ο Βάρδας τον Μιχαήλ να αποπέμψει τον παρακοιμώμενο Δαμιανό, προκειμένου να βάλει δίπλα του ένα δικό του άνθρωπο. Αλλά παρακοιμώμενος έγινε απρόσμενα ο Βασίλειος.
Ο Βάρδας ήρθε σε ανοικτή ρήξη με τον Βασίλειο και αυτός με τη σειρά του έπεισε τον Μιχαήλ για την επιβουλή του Βάρδα και σκηνοθετήθηκε εκστρατεία στην Κρήτη μετά το Πάσχα του 866. Ο Βάρδας αποφάσισε να συμμετάσχει, αν και πολλοί τον είχαν συμβουλεύσει να μη το κάνει. Έτσι δολοφονήθηκε στην αυτοκρατορική σκηνή από τον Βασίλειο. Ύστερα ο Μιχαήλ έκανε μάγιστρο και υιοθέτησε τον Βασίλειο, και την Πεντηκοστή του 866 τον έστεψε συμβασιλέα στην Αγιά Σοφιά.
Το καλοκαίρι του 867 το σχίσμα μεταξύ των Εκκλησιών έγινε βαθύτερο. Ο Φώτιος συνεκάλεσε σύνοδο των ανατολικών Εκκλησιών, η οποία καθήρεσε (θεωρητικώς κι αυτή) κι αναθεμάτισε τον πάπα Νικόλαο Α’.
Εν τω μεταξύ ο Μιχαήλ φέρεται να είχε φτάσει στα όρια της παραφροσύνης: Ξέθαψε τα οστά του Κωνσταντίνου Ε’ και του Ιωάννη του Γραμματικού, τα μαστίγωσε στον Ιππόδρομο και διέταξε να τα κάψουν. Κατήργησε τον οπτικό τηλέγραφο που είχε επινοήσει ο Λέων ο Μαθηματικός και ειδοποιούσε για τις επιδρομές των Αράβων, προκειμένου ν’ απολαμβάνει ο λαός απερίσπαστος τις νίκες του στις αρματοδρομίες. Το βράδυ μεθυσμένος διέτασσε ακρωτηριασμούς κι αποκεφαλισμούς και το πρωί καλούσε τους καταδικασμένους στο επόμενο συμπόσιο. Κατασπατάλησε το δημόσιο χρήμα στα συμπόσια, στα άλογα και στους αρματηλάτες, αγωνιζόμενος και κινδυνεύοντας ο ίδιος.
Ο Βασίλειος προσπάθησε να τον συνετίσει αλλά μάταια. Κέρδισε μόνο την εχθρότητα των συμποτών του Μιχαήλ οι οποίοι άρχισαν να τον διαβάλλουν. Η στάση του Μιχαήλ έναντι του Βασιλείου άλλαξε τελείως και έβαλε να τον δολοφονήσουν. Η απόπειρα απέτυχε και τότε ο Μιχαήλ ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να αναγορεύσει και έναν από τους ευνοουμένους του συμβασιλέα. Όμως, στις 23 Σεπτεμβρίου του 867, στο παλάτι του Αγίου Μάμα στο Πέρα, άνθρωποι του Βασιλείου Α’ του Μακεδόνα δολοφόνησαν τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ’. Έτσι, μετά τη δολοφονία του Μιχαήλ ο Βασίλειος απέμεινε ο μοναδικός αυτοκράτορας. Ως επιβεβαίωση της νέας, απόλυτης εξουσίας του, ο Βασίλειος ανακηρύχθηκε επίσημα αυτοκράτορας στο ναό της Αγιά Σοφιάς, ιδρύοντας έτσι την Μακεδονική δυναστεία. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου