Κωνσταντίνος Ε’ Κοπρώνυμος

Μικρογραφία της καταστροφής ναού κάτω από τις διαταγές του εικονομάχου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ε’ του Κοπρώνυμου (από το “Χρονικόν” του Κωνσταντίνου Μανασσή, 14ος αιώνας).
Ένθετα: Ο Κωνσταντίνος Ε’ ο Κοπρώνυμος και χρυσός σόλιδος με τη μορφή του.
Ο Κωνσταντίνος Ε’ ήταν γιος του Λέοντος Γ’. Επονομάστηκε υβριστικά από τους αντιπάλους του εικονόφιλους “Κοπρώνυμος”, με την εξήγηση ότι κατά το βάπτισμά του ρύπανε την κολυμβήθρα.
Γεννήθηκε το 718 και ανακηρύχθηκε συμβασιλιάς το Πάσχα του 720. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, τον Ιούνιο του 741, ανήλθε αμέσως στον θρόνο και συνέχισε την πολιτική του πατέρα του σε όλους τους τομείς.
Ήταν από τους πιο κακόφημους αυτοκράτορες παρόλο που ήταν καλός ηγεμόνας, ικανός στρατηγός και καλός ηγέτης, ευέξαπτος αλλά και χαρισματικός.
Από την αρχή της βασιλείας του αντιμετώπισε τη στάση του Αρταβάσδου, ο οποίος διεκδίκησε τον θρόνο με την υποστήριξη πολιτικών αξιωματούχων και των εικονοφίλων.
Μετά το θάνατο του Λέοντα Γ’ και την άνοδο του Κωνσταντίνου Ε’ στο θρόνο, ο Αρτάβασδος, ο οποίος ήταν γαμπρός του νέου αυτοκράτορα καθώς είχε νυμφευθεί την αδελφή αυτού Άννα, αφού εξασφάλισε την υποστήριξη των Θεμάτων του Οψικίου, του Αρμενιακών και της Θράκης επαναστάτησε το 742 κατά του Κωνσταντίνου Ε’ χτυπώντας τον αιφνιδιαστικά όταν αυτός και οι δυνάμεις του διέσχιζαν το Οψίκιο κατά τη διάρκεια εκστρατείας εναντίον των Αράβων. Μετά το τέλος της, νικηφόρας για αυτόν, μάχης, διέδωσε ότι ο Κωνσταντίνος ήταν νεκρός και μετέβη στην Κωνσταντινούπολη όπου εκμεταλλευόμενος την δυσαρέσκεια αφενός των αριστοκρατών, τους οποίους η συγκεντρωτική πολιτική των Ισαύρων είχε περιθωριοποιήσει και αφετέρου τα εικονολατρικά αισθήματα μερίδας του λαού και του κλήρου αυτοανακηρύχθηκε αυτοκράτορας και στέφθηκε από τον Πατριάρχη Αναστάσιο. Αμέσως ο νέος αυτοκράτορας διακήρυξε την υποστήριξή του στην εικονολατρία, ακύρωσε όλα τα εικονομαχικά διατάγματα που είχαν εκδοθεί, αποκατέστησε την τιμή στις εικόνες, ενίσχυσε τις θέσεις των εικονολατρών στις δημόσιες θέσεις ενώ αναγνωρίστηκε ως νόμιμος αυτοκράτορας από τον εικονόφιλο Πάπα Ζαχαρία.
Όμως, ο νόμιμος διάδοχος του θρόνου, Κωνσταντίνος, ανασυντάχθηκε, συγκέντρωσε ισχυρή στρατιωτική δύναμη και αντεπιτέθηκε νικώντας τον Μάιο του 743 τον Αρτάβασδο στις Σάρδεις. Συνεχίζοντας την καταδίωξη έφτασε μετά από τέσσερις μήνες έξω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης την οποία κατέλαβε δύο μήνες αργότερα αιχμαλωτίζοντας μάλιστα τον Αρτάβασδο, ο οποίος προσπάθησε να διαφύγει.
Μετά την επικράτησή του, ο Κωνσταντίνος τιμώρησε σκληρά όλους όσοι ήταν εμπλεκόμενοι στην ανταρσία εναντίον του: συγκεκριμένα ο Αρτάβασδος καθώς και οι δύο γιοι του, Νικήτας και Νικηφόρος, τυφλώθηκαν αφού πρώτα διαπομπεύτηκαν δημόσια στους δρόμους της πρωτεύουσας ενώ την ίδια τύχη φαίνεται να είχε και ο Πατριάρχης Αναστάσιος.
Σαν ικανός στρατηγός που ήταν ο Κωνσταντίνος, σημείωσε σημαντικές νίκες εναντίον Αράβων και Βουλγάρων. Το 746 εισέβαλε στη Συρία και κατέλαβε τη γενέτειρα του πατέρα του (Λέοντος Γ’). Το 752 νίκησε ξανά τους Άραβες, ενώ το 747 κατέστρεψε τον αραβικό στόλο στην Κύπρο. Εποίκισε τα Βαλκάνια με πληθυσμούς από την Ανατολία. Πραγματοποίησε 9 εκστρατείες κατά των Βουλγάρων. Νικήθηκε στα Στενά Ρίσκι (759) αλλά τελικά θριάμβευσε στη Μάχη της Αγχιάλου (761).
Η εικονοκλαστική του εμμονή όμως, ζημίωσε την αυτοκρατορία και την υστεροφημία του. Ήταν κεντρικό πρόσωπο της Εικονομαχίας και μισήθηκε γι’ αυτό. Φανατικός εναντίον των εικόνων και των μοναχών, αποκήρυξε τα λείψανα των αγίων. Η Εικονομαχία είχε φτάσει στο αποκορύφωμά της. Εικόνες αφαιρούνται από τις εκκλησίες και καταστρέφονται. Μοναχοί και εικονολάτρες διώκονται και η Σύνοδος της Ιέρειας (754) εγκρίνει την πολιτική του.
Έτσι λοιπόν οι μοναχοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη Βυζαντινή αυτοκρατορία και να καταφύγουν στην εικονόφιλη Νότια Ιταλία και Σικελία, μεταλαμπαδεύοντας τα ελληνικά γράμματα, ενισχύοντας τον ελληνόφωνο πληθυσμό και δημιουργώντας νέες πνευματικές και καλλιτεχνικές εστίες.
Ο διωγμός που εξαπέλυσε ο Κωνσταντίνος ξεπέρασε ακόμη και τις αποφάσεις της εικονομαχικής συνόδου του 754. Κι όχι μόνο στράφηκε εναντίον της προσκύνησης των εικόνων και των λειψάνων των αγίων, αλλά απαγόρευσε και τη λατρεία των αγίων και της Θεοτόκου.
Φραγμό στις εικονομαχικές αυτές διώξεις έβαλε ο θάνατος του Κωνσταντίνου του Ε’ στις 14 Σεπτεμβρίου του 775.
Πέθανε (από άγνωστα αίτια), κατά τη διάρκεια εκστρατείας εναντίον των Βουλγάρων και άφησε στον διάδοχο του Λέοντα Δ’ μια πανίσχυρη αυτοκρατορία, η οποία όμως αδυνατούσε να αντιμετωπίσει την εσωτερική διάσπαση από την εικονομαχική έριδα.
Η πολιτική του εναντίον των εικονολατρών είχε ξεπεράσει κατά πολύ τις αποφάσεις της συνόδου της Ιέρειας. Ωστόσο δε λησμονήθηκαν οι πολεμικές επιτυχίες και τα ηρωικά του κατορθώματα. Ως εκ τούτου τα προσωνύμια “Κοπρώνυμος” και “Καβαλλίνος” που του προσήψαν οι αντίπαλοί του ήταν μόνο η αρχή της αντίδρασης, που έφτασε μέχρι του σημείου να απομακρυνθεί το νεκρό σώμα του αυτοκράτορα από την εκκλησία των Αγίων Αποστόλων, όπου βρίσκονταν οι τάφοι των Βυζαντινών ηγεμόνων. Όταν στις αρχές του 9ου αιώνα το Βυζάντιο δοκιμαζόταν από την πίεση των Βουλγάρων, ο λαός συγκεντρώθηκε στον τάφο του Κωνσταντίνου Ε’ και ικέτευε το νεκρό αυτοκράτορα να αναστηθεί, για να σώσει την αυτοκρατορία από την ταπείνωση. Παρ’ όλα αυτά το σώμα του ξεθάφτηκε και πετάχτηκε στη θάλασσα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου