Νικηφόρος Α’ ο Λογοθέτης

Αριστερά: Ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Α’ επιτίθεται στη Βουλγαρία, αλλά συλλαμβάνεται από τους Βουλγάρους. (Μινιατούρα από το Χρονικόν του Κωνσταντίνου Μανασσή, 14ος αιώνας).
Δεξιά: Ο Κρούμμος σε συμπόσιο, ενώ ένας υπηρέτης του φέρνει κρασί σε κύπελλο φτιαγμένο από κρανίο του Νικηφόρου, (επίσης από το Χρονικόν του Μανασσή).
Δεξιά κάτω: Το κρανίο (εικάζεται) του Νικηφόρου Α’.
Κέντρο (ένθετο): βλέπουμε Σόλιδο της εποχής με τη μορφή του Νικηφόρου Α’ φορώντας χλαμύδα, κρατώντας σταυρό και ακακία, (Αθήνα, Νομισματικό Μουσείο).
Ο Νικηφόρος Α’ ήταν αυτοκράτορας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μεταξύ των ετών 802 και 811.
Υπήρξε Πατρίκιος και γενικός λογοθέτης (ή λογοθέτης του γενικού, δηλ. υπουργός των οικονομικών). Είχε εξαπατήσει τόσο τον Κωνσταντίνο τον Τυφλό όσο και την Ειρήνη ώστε να του εμπιστευτούν τους θησαυρούς τους. Ήταν από τους επικεφαλής της συνωμοσίας που εκδίωξε την Ειρήνη και τον Αέτιο και έτσι ανέβηκε στο θρόνο.
Σε γενικές γραμμές ήταν η πιο σκοτεινή ώρα της αυτοκρατορίας μέχρι τώρα. Μια αυτοκρατορία ανυπεράσπιστη απέναντι στους εχθρούς της, ενώ στην πολιτική επικρατεί κλίμα ίντριγκας, βαρβαρότητας και φόβου. Το μόνο θετικό τουλάχιστον είναι το τέλος της Εικονομαχίας.
Ο Νικηφόρος στέφθηκε στην Αγιά Σοφιά από τον Πατριάρχη Ταράσιο. Ο λαός της Κωνσταντινούπολης, ο οποίος ευημερούσε επί Ειρήνης, δέχθηκε με εχθρότητα την ανάρρηση του Νικηφόρου και κατά την στέψη του καταριόταν τόσο τον ίδιο όσο και τον εικονόφιλο πατριάρχη Ταράσιο που δέχθηκε να τον στέψει.
Μετά την ενθρόνισή του, ο Νικηφόρος επισκέφθηκε την Ειρήνη, της δήλωσε ότι ενήργησε βιαζόμενος από τους άρχοντες, την διαβεβαίωσε για την ασφάλεια της, αλλά ζήτησε επιτακτικά να του δώσει τους θησαυρούς της. Η Ειρήνη δέχτηκε υπό τον όρο να της επιτραπεί να παραμείνει στο ανάκτορο του Ελευθερίου. Ο Νικηφόρος συμφώνησε, πήρε τους θησαυρούς και την εξόρισε στην Λέσβο όπου και πέθανε αυτή τον επόμενο χρόνο, την 9η Αυγούστου του 803.
Αμέσως μετά, κατέστειλε στάση αντιπάλων του στο στρατό. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την αντιμετώπιση των Αράβων και των Βουλγάρων, οι οποίοι ήταν το βασικό πρόβλημα της αυτοκρατορίας την εποχή εκείνη. Υπέστη την επιφυλακτικότητα του Πατριάρχη Ταράσιου, αλλά και αντιδράσεις των Στουδιτών. Μετά το θάνατο του Ταράσιου, προώθησε στο Επισκοπικό Θρόνο τον λαϊκό Νικηφόρο.
Η εκλογή του επέτεινε την αντιπαράθεσή του με τους Στουδίτες, τους οποίους εδίωξε απηνώς.
Είχε φιλόδοξους στόχους, ενώ ήταν μάλλον καλός οργανωτής αλλά προφανώς του έλειπαν πολιτικές και στρατηγικές ικανότητες.
Αύξησε τους φόρους, πράγμα το οποίο βελτίωσε τα οικονομικά και την άμυνα της αυτοκρατορίας. Κατέστειλε με ευκολία την επανάσταση των Σλάβων της Πελοποννήσου το 805 και τους επέβαλε ακόμη βαρύτερη φορολογία. Οχύρωσε την αυτοκρατορία προς τους Βούλγαρους στην περιοχή της Ροδόπης και του Στρυμόνα, αλλά αρνήθηκε να καταβάλει φόρους προς τους Άραβες, πράγμα που οδήγησε στην εισβολή του Σεΐχη Αρούν-αλ-Ρασίντ στη Μικρά Ασία και στη νίκη του εκεί. Μετά τη λεηλασία της Ηράκλειας και των Τυάνων, ο Νικηφόρος δέχθηκε βαρείς όρους ειρήνης.
Το 809, μετά το θάνατο του Αρούν-αλ-Ρασίντ, ο Νικηφόρος αφοσιώθηκε στον αγώνα του κατά των Βουλγάρων. Αν και πέτυχε σημαντικές νίκες κατά του αρχηγού τους Κρούμμου, εντούτοις εκείνος κατάφερε να αιφνιδιάσει τους Βυζαντινούς και να τους επιφέρει τεράστιες απώλειες.
Οι Βυζαντινοί ιστορικοί περιγράφουν τον Νικηφόρο σαν αχρείο. Ήταν δραστήριος και αποτελεσματικός στις κρατικές υποθέσεις, και καλύτερος από τους τρεις προηγούμενους. Ευνόησε τους αιρετικούς Παυλικανούς και τους εικονοκλάστες, αλλά η βαριά φορολογία και η καταπίεση του κλήρου τον έκαναν μισητό.
Εισήγαγε το φόρο «Αλληλέγγυον» για την κάλυψη των φόρων των φτωχών από τους πλουσιότερους.
Οι θεαματικές στρατιωτικές αποτυχίες του ζημίωσαν επίσης την υστεροφημία του.
Ο Νικηφόρος Α’ σκοτώθηκε στη μάχη της Πλίσκας από τον στρατό του Κρούμμου, την 26η Ιουλίου του 811. Είχε εισβάλει στη Βουλγαρία με 80.000 άντρες, παρότι ο Κρούμμος είχε ζητήσει ειρήνη αλλά ο Νικηφόρος δεν δέχτηκε. Έτσι κατέλαβε την πρωτεύουσα Πλίσκα, αλλά μετά ο στρατός του παγιδεύτηκε και καταστράφηκε και ο ίδιος σκοτώθηκε.
Μετά το θάνατο του Νικηφόρου, ο Κρούμος έκοψε το κεφάλι του αυτοκράτορα και το επιδείκνυε κρεμασμένο για πολλές μέρες. Ύστερα το έγδαρε, το έντυσε με ασήμι κι έπιναν απ’ αυτό κρασί στα συμπόσια ο ίδιος και οι άρχοντες των Σλάβων.
Στην ίδια μάχη, ο γιος του Νικηφόρου, Σταυράκιος πληγώθηκε σοβαρά και με μεγάλες δυσκολίες κατάφερε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου