●30 Οκτωβρίου: Ιωσήφ Α’ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως.


Ο Ιωσήφ Α’ Γαλησιώτης, ήταν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως για τις περιόδους 1267-75 και 1282-83.
Σύμφωνα με το βιογράφο του Εφραίμιο ήταν έγγαμος κληρικός των ανακτόρων και μετά το θάνατο της συζύγου του αποσύρθηκε στο Γαλήσιο Όρος, για να φτάσει, λόγω της πραότητος και της απλότητός του να γίνει ηγούμενος.
Μετά την παραίτηση του Πατριάρχη Γερμανού Γ’, ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος τοποθέτησε στο θρόνο τον Ιωσήφ Α’. Η Πατριαρχική Σύνοδος, στις 28 Δεκεμβρίου 1267, τον ψήφισε Πατριάρχη και την 1 Ιανουαρίου χειροτονήθηκε επίσκοπος. Την ίδια ημέρα της χειροτονίας του, μετά από δημόσια δήλωση μετανοίας του Μιχαήλ, αποδέχτηκε την άρση του αφορισμού που είχε επιβάλλει στον αυτοκράτορα ο πατριάρχης Αρσένιος το 1262 για την τύφλωση του Ιωάννη Δ’ Λάσκαρη.
Κατά τη διάρκεια της πατριαρχείας του παρεχώρησε το προνόμιο της πατριαρχικής Μονής στην Θεοτόκο τη Μακρινίτισσα και στον Πρόδρομο Νέων Πατρών (Υπάτης). Αυτά όμως που χαρακτήρισαν την πατριαρχεία του ήταν η σύγκρουση με τους υποστηρικτές του προκατόχου του Αρσενίου. Η σύγκρουση αυτή οδήγησε στην απόσχηση μιας μεγάλης ομάδας πιστών, των Αρσενιατών, οι οποίοι είχαν τη βάση τους κυρίως στην Μικρά Ασία και οι οποίοι παρέμειναν αποκομμένοι από την Εκκλησία μέχρι το 1311. Παράλληλα όμως εμφανίστηκε και μια άλλη ομάδα πιστών, οι λεγόμενοι Ιωσιφίτες, οι οποίοι αν και παρέμειναν πιστοί στην επίσημη Εκκλησία χαρακτηρίζονταν ως φανατικά ανθενωτικοί.
Άλλο ένα που χαρακτήρισε την πατριαρχεία του ήταν και η υπόθεση της Ένωσης των Εκκλησιών. Ο Μιχαήλ επιδίωκε την άρση του Σχίσματος για να αποτρέψει τη σχεδιαζόμενη σταυροφορία εναντίον του. Ο Ιωσήφ, αν και αντίθετος με την Ένωση, φαίνεται ότι αποδεχόταν την για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας την ανάγκη να επανενωθούν οι Εκκλησίες, όμως αρνήτο κατηγορηματικά να αποδεχτεί το σύνολο των απαιτήσεων του Πάπα, χωρίς τουλάχιστον τη σύγκληση μείζωνος Συνόδου και τη ρητή αποδοχή των αποφάσεων και από τους άλλους Πατριάρχες. Μετά τη Σύνοδο της Λυών, στην οποία ο αυτοκράτορας απεδέχθη όλες τις απαιτήσεις των Δυτικών, διαφώνησε μαζί του και τον κατήγγειλε ανοιχτά. Έτσι, με αυτοκρατορική εντολή, εξαναγκάστηκε σε παραίτηση.
Μαρτυρείται ότι ο Ιωσήφ είχε υποσχεθεί στον αυτοκράτορα πως δε θα εμπόδιζε ανοιχτά τις ενωτικές διαπραγματεύσεις και στην περίπτωση που αυτές είχαν επιτυχή κατάληξη θα μπορούσε να παραιτηθεί χωρίς άλλες συνέπειες.
Μετά την παραίτησή του κλείστηκε στη Μονή Περιβλέπτου, στην Κωνσταντινούπολη, ενώ αργότερα μεταφέρθηκε στη Χηλή, (μια μικρή πόλη 70 χλμ. βορειοανατολικά της Κωνσταντινούπολης, στην ασιατική της πλευρά). Τη θέση του κατέλαβε ο φιλενωτικός Ιωάννης Βέκκος.
Μετά όμως το θάνατο του Μιχαήλ Η’ (1282), ο νέος αυτοκράτορας Ανδρόνικος Β’ τον αποκατέστησε. Αν και ήταν ηλικιωμένος και με πολλά προβλήματα υγείας η αποκατάστασή του θεωρήθηκε επιβεβλημένη για την αποκατάσταση της κανονικής τάξης. Επανήλθε στο θρόνο στις 31 Δεκεμβρίου του 1282 και αμέσως φρόντισε να καθαιρέσει τον Βέκκο και τους αυτοκρατορικούς απεσταλμένους στις ενωτικές διαπραγματεύσεις. Λίγο αργότερα συγκάλεσε Σύνοδο για την οριστική καταδίκη των φιλενωτικών. Στη διένεξη που εκδηλώθηκε τότε, μεταξύ των ακραίων που ζητούσαν αυστηρότατη τιμωρία όσων είχαν έλθει σε κοινωνία με τους Λατίνους ο Ιωσήφ ανήκε στους μετριοπαθείς που υποστήριζαν ελαφρότερες ποινές.
Επίσης έκανε πολλές και κοπιαστικές περιοδείες για να αποκαταστήσει την Ορθόδοξη εκκλησιαστική τάξη.
Η άσχημη κατάσταση της υγείας του τον ανάγκασε να παραχωρήσει την προεδρία της Συνόδου στον παριστάμενο Πατριάρχη Αλεξανδρείας Αθανάσιο. Τελικά παραιτήθηκε τον Μάρτιο του 1283 και λίγες μέρες αργότερα (23 Μαρτίου 1283), εξουθενωμένος από τους κόπους, παρέδωσε το πνεύμα του στον Θεό.
Για τη σθεναρή του στάση υπέρ της Ορθοδοξίας ανακηρύχθηκε Άγιος και η μνήμη του τιμάται στις 30 Οκτωβρίου. Το 1310, για να πειστούν οι Αρσενίτες να επιστρέψουν στην Εκκλησία, το όνομά του διαγράφτηκε από τα δίπτυχα, όμως ένα Χρυσόβουλλο που εξέδωσε ο Ανδρόνικος λίγο αργότερα αποκαθιστούσε τη μνήμη του.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου