●22 Νοεμβρίου: Καλλίστου Β’, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.


“Κάλλιστος ἐχθρὸν τὸν κάκιστον πτερνίσας,
Φίλος Θεῷ πρόσεισι ἐκλελεγμένος”.

Ο Κάλλιστος Β’, ο επονομαζόμενος Ξανθόπουλος, ανέβηκε στον πατριαρχικό θρόνο το έτος 1397. Άφησε όμως την πατριαρχεία, μετά από μικρό χρονικό διάστημα (3 μήνες), ενώ διακρίθηκε για την ζωντανή ευσέβεια και φιλανθρωπία του.
Προερχόταν από τη Μονή των Ξανθοπούλων. Έζησε για ένα διάστημα στην αθωνική Μονή του Παντοκράτορος, την οποία ο άγιος ονομάζει δική του. Εδώ ησύχαζε επί πολύ, στο κελί του οσίου Ονουφρίου, έξω της Μονής, καθώς αναφέρει και σε επιστολή του.
Συνδέθηκε με τον ομόφρονό του όσιο Ιγνάτιο τον Ξανθόπουλο «ως μία ψυχή εν δυσί σώμασι». Μαζί με τον όσιο Ιγνάτιο Ξανθόπουλο συνέγραψαν σημαντικά έργα περί προσευχής και μοναχικού βίου. Στη Φιλοκαλία υπάρχει θαυμάσιο έργο τους περί των αρχών και των μεθόδων της ησυχαστικής ζωής και της συνεχούς επικλήσεως του ονόματος του Κυρίου, στο οποίο φιλοσόφησαν πνευματικά και με θείο φρόνημα πράγματα υψηλά, διατυπώνοντας στα κεφάλαιά τους, που συμπληρώνουν τον τέλειο αριθμό 100, την τέλεια γνώση γι' αυτή την προσευχή.
Τα εκατό Κεφάλαια αποτελούν κωδικοποίηση ολοκλήρου της ησυχαστικής παραδόσεως, που περιλαμβάνει όλες τις σταδιακές φάσεις των θείων εμπειριών των αγίων συγγραφέων τους, επαληθευομένων με τις σχετικές αναφορές σε ησυχαστικά κείμενα, και η αξία τους συνίσταται στην μεθοδικότητα και την ιεράρχηση αυτών των θείων εμπειριών τους. Ειδικότερα όμως, ο πατριάρχης Κάλλιστος, στον οποίον απεδίδοντο τα 83 Κεφάλαια περί προσευχής, ενώ μόνο τα 14 πρώτα ανήκουν στον κάλαμό του, τα δε υπόλοιπα 69 στον ομώνυμο του Ησυχαστή Αγγελικούδη, ως γνήσιος μαθητής του οσίου Γρηγορίου του Σιναΐτου, αποκαλύπτει με τα 14 Κεφάλαια την εμμονή του στη γονιμότητα της νοεράς και της καρδιακής προσευχής, που είναι ενωμένες με τη νήψη, δίνοντας έτσι το μέτρο της βαθύτατης πνευματικής του πείρας. Θα μπορούσε να υποστηριχθεί, ότι είναι τόσο μεστά σε πείρα και σαφήνεια τα 14 μικρά Κεφάλαια, ώστε να συγκροτούν μια ολοκληρωμένη πραγματεία, για την νοερά και καρδιακή προσευχή, που περιλαμβάνει πλήρη περιγραφή για τις προϋποθέσεις, τα διάφορα στάδια και τις κορυφές του θείου έρωτος, με μια θελκτική εκφραστικότητα και με προσφυείς εικόνες και παραδείγματα.
Πάντως τα εκατό Κεφάλαια αποτελούν κωδικοποίηση της περί Ησυχασμού διδασκαλίας της Εκκλησίας σε όλες τις εκφάνσεις του, σε όλη την κλίμακά του, στην αρνητική και θετική πλευρά του, από τα χαμηλότερα επίπεδα ησυχαστικής αγωγής μέχρι τις έσχατες συνέπειές του, που είναι η θεία ένωση. Και παρ' ότι κυριαρχεί το ρεύμα της νοεράς και καρδιακής προσευχής, όμως δίδονται και στοιχεία θεωρητικά και αποφατικά, γι' αυτό και επανειλημμένα αναφέρονται τα ονόματα του Αρεοπαγίτου Διονυσίου και Μαξίμου του Ομολογητού.
Βλαστοί κι οι δυο της Βασιλεύουσας, εγκατέλειψαν μαζί τα πάντα και αφού πρωτύτερα έζησαν την παρθενική και μοναχική ζωή ως υποτακτικοί, έζησαν έπειτα μαζί την ασκητική και ουράνια ζωή αχώριστοι, φυλάγοντας προπάντων το να είναι ένα εν Χριστώ, πράγμα για το οποίο ο ίδιος ο Χριστός παρακάλεσε για μας τον Πατέρα (Ιω. 17, 21).
Φάνηκαν έτσι στον κόσμο σαν φωτεινά αστέρια, κατά τον Παύλο, κρατώντας στερεά το λόγο της ζωής (Φιλιπ. 2, 15-16). Θα μπορούσαμε να πούμε ότι περισσότερο από πολλούς άλλους Αγίους κατόρθωσαν την εν Χριστώ ένωση και αγάπη, ώστε ούτε υπόνοια κάποιας διαφοράς να υπάρξει ποτέ μεταξύ τους, και σ' αυτή τη θέλησή τους ακόμα και στον τρόπο τους, ή κάποιας στιγμιαίας λύπης, πράγμα σχεδόν αδύνατο στους ανθρώπους.
Έτσι απεβίωσαν ειρηνικά και τώρα απολαμβάνουν τη θεία γαλήνη και βλέπουν καθαρότερα τον Ιησού, τον οποίο αγάπησαν με όλη την ψυχή τους και τον αναζήτησαν αληθινά, και είναι ένα μαζί Του και μετέχουν ακόρεστα στο γλυκύτατο και θείο φως Του.
Ο άγιος Συμεών ο Θεσσαλονίκης γράφει γι αυτή τη θαυμαστή δυάδα ότι «της θείας ελλάμψεως της εν τω όρει, ως και οι Απόστολοι τετυχήκασι και δέδεικται τούτο πολλοίς εναργώς εις μαρτύριον, την όψιν αστράπτοντες, κατά τον Στέφανον, οραθέντες, ως ου τη καρδία μόνον, αλλά και τη όψει τούτων εγχυθείσης της Χάριτος, διό και κατά τον μέγαν εκείνον Μωϋσήν ώφθησαν (ως μεμαρτυρήκασιν οι ιδόντες) αστράψαντες ηλιοειδώς τη μορφή».
Μεταξύ των αγίων Ησυχαστών, που έμαθαν και «έπαθαν» τα θεία, είναι οι ομότροποι και ομόψυχοι και κατά χάρη ομόθεοι Κάλλιστος και Ιγνάτιος οι Ξανθόπουλοι, κατά τα μέσα του 14ου αιώνος, που προήρχοντο μεν από το ομώνυμο Μοναστήρι του Βυζαντίου, αλλά στη δυνατή τελειότητα έφθασαν στο χώρο του Ησυχασμού. Και ο μεν πρώτος εκλήθη αργότερα στο θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως, ως Κάλλιστος Β', ο δε όσιος Ιγνάτιος παρέμεινε μέχρι τέλους του βίου του απλός ιερομόναχος.
Πέραν των βιογραφικών στοιχείων, που μας δίδουν οι ανθολόγοι της Φιλοκαλίας, περί των μακαρίων Ξανθοπούλων, που ήταν τόσο αγαπημένοι σαν μια ψυχή «εν δυσί σώμασι» (τους οποίους ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης ονομάζει «θεηγόρους, θεοφόρους, χριστοφόρους και ενθέους»), δεν γνωρίζουμε αρκετά από τον υπερφυσικό βίο τους.
Ο Κάλλιστος Β’, μετά την παραίτησή του από τον Οικουμενικό Θρόνο, επειδή τα χρόνια εκείνα ήταν πολύ ταραγμένα, αποσύρθηκε σε Μονή, όπου και ασκητεύοντας απεβίωσε.

Ανακηρύχθηκε άγιος και η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 22 Νοεμβρίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου