Ρωμανός Δ’ Διογένης

Δίπτυχο σε ελεφαντόδοτη πλάκα με τον Ρωμανό Δ’ Διογένη και τη σύζυγό του Ευδοκία Μακρεμβολίτισσα, (Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας).
Ένθετο: Τεταρτηρόν νόμισμα με τον Ρωμανό Δ’ Διογένη και τη σύζυγό του Ευδοκία Μακρεμβολίτισσα.
Ο Ρωμανός Δ’ Διογένης ήταν υψηλόβαθμος αξιωματικός. Αφού παντρεύτηκε την βασιλομήτορα Ευδοκία Μακρεμβολίτισσα, χήρα του Κωνσταντίνου Ι’, εστέφθη αυτοκράτορας την Πρωτοχρονιά του 1068, ονειροπολώντας να αναβιώσει τη δόξα και τη χαμένη δύναμη της αυτοκρατορίας, σχεδιάζοντας να απαλλάξει τα Θέματα της Μικράς Ασίας από τις επιδρομές των Σελτζούκων Τούρκων, χωρίς να διαθέτει τα αξιόμαχα φουσάτα των προηγούμενων Στρατηγών-Αυτοκρατόρων ή την υποστήριξη των πολιτικών της Βασιλεύουσας, οι οποίοι διέκοψαν απρόθυμα την ηθική και υλική καταστροφή του στρατού και του κράτους για να τον εκθρονίσουν.
Σύντομα όμως, έγινε στόχος των αριστοκρατών της Κωνσταντινούπολης, του Μιχαήλ Ψελλού, εκπρόσωπου του κατεστημένου της Πρωτεύουσας, αλλά κυρίως της οικογένειας των Δουκών, που προόριζαν τον ανιψιό του Κωνσταντίνου και γιο της Ευδοκίας, Μιχαήλ για διάδοχο.
Ο Ρωμανός δεν ήταν άνθρωπος χωρίς ελαττώματα. Η σύνεση και η μετριοπάθεια δεν ανήκαν στις αρετές του. Ήταν αλαζόνας και είχε αυξημένη την αίσθηση της προσωπικής του αξίας. Ταυτόχρονα όμως, ήταν γενναίος στρατηγός και ικανός ηγέτης. Συνειδητοποιούσε την βαρύτητα της Σελτζουκικής απειλής και περιφρονούσε όσους δεν είχαν πιάσει ξίφος στα χέρια (δίκαια ίσως), αφού, ό,τι είχε επιτύχει μέχρι τότε, το είχε επιτύχει πολεμώντας. Εργαζόταν άοκνα για την πολιτική και στρατιωτική εξυγίανση του κράτους και δεν είχε καμία πρόθεση να μετατραπεί σε σιωπηλό μάρτυρα της σήψης. Μετά τον θάνατο του Βασιλείου Β’, μια σειρά εννέα Αυτοκρατόρων, είχε κατορθώσει μέσα σε 40 χρόνια αυτό που δεν είχαν καταφέρει αναρίθμητοι βαρβαρικοί λαοί επί 650 χρόνια: να διαλύσουν την Αυτοκρατορία. Οι συνοριακές φρουρές σταδιακά αποσύρονταν και τα ανατολικά Θέματα αφέθηκαν στη μοίρα τους. Τώρα, μόνος του εκείνος τάραξε τα στάσιμα νερά της γενικής αδιαφορίας και εναντιώθηκε στους αρνησιπάτριδες πολιτικούς. Ο αγώνας του θα ήταν αιματηρός και μοναχικός. Για τον αυτοκράτορα Ρωμανό Δ’ Διογένη η σωτηρία της Αυτοκρατορίας ήταν θέμα αρχής - και κατά πάσα πιθανότητα, θανάτου.
Στην πρώτη εκστρατεία του, το 1068 στην Συρία, της οποίας ηγήθηκε προσωπικά ο Ρωμανός, ανεκατελήφθη η Ιεράπολη και ενδυναμώθηκαν κάπως τα ανατολικά σύνορα.
Το επόμενο έτος ηγήθηκε μίας δεύτερης εκστρατείας στην Αρμενία, όπου είχε σημειώσει κάποιες τοπικές νίκες, αλλά ο κύριος όγκος των τουρκικών δυνάμεων εξακολουθούσε να διαφεύγει και να λυμαίνεται την Κιλικία και την Καππαδοκία, αρνούμενες να παρασυρθούν σε μία μάχη εκ παρατάξεως.
Παρόλα αυτά, ο Μέγας Σουλτάνος των Σελτζούκων Τούρκων, Αλπ Αρσλάν, υπέγραψε πρόθυμα μία συνθήκη ειρήνης. Ένας από τους όρους της συνθήκης ήταν βέβαια και η παύση των επιδρομών στις αυτοκρατορικές επαρχίες.
Ο Σουλτάνος όμως, αδυνατούσε να ελέγξει τις διάσπαρτες τουρκομανικές φυλές οι οποίες ζούσαν σύμφωνα με τις παραδόσεις των απείθαρχων νομαδικών φύλων της Κεντρικής Ασίας. Υπάκουγαν στην εξουσία του Σουλτάνου μόνο όταν εξαναγκάζονταν ή όταν αυτό εξυπηρετούσε τα συμφέροντά τους.
Οι επιδρομές λοιπόν, συνέχιζαν ανεξέλεγκτες.
Το καλοκαίρι του 1071, ο Ρωμανός φτάνει στην περιοχή της πόλης Μαντζικέρτ. Εκεί, αφού απορρίπτει τις προτάσεις εκεχειρίας του Αρσλάν, προετοιμάζεται για μάχη. Έτσι, την Παρασκευή 26 Αυγούστου του 1071, λαμβάνει χώρα η μάχη που υποθήκευσε το μέλλον της Ρωμιοσύνης και του Ελληνισμού στην Ανατολία.
Αν και η μάχη ξεκίνησε με καλές προοπτικές για τη μεριά του Ρωμανού, ο εχθρός επιμελώς απέφευγε την κατά μέτωπο σύγκρουση, προσπαθώντας να αντιμετωπίσει τους Βυζαντινούς με ένα είδος ανορθόδοξου πολέμου. Κατά το δειλινό, και ενώ δεν είχε γίνει ουσιαστική μάχη, ένα σήμα επιστροφής του Ρωμανού, προκάλεσε σύγχυση στο στράτευμα. Τη σύγχυση πιθανόν ενέτειναν οι προδοτικές φήμες που διέδωσε ο στρατηγός Ανδρόνικος Δούκας για συντριβή της εμπροσθοφυλακής. Το χάος που επακολούθησε έδωσε τη δυνατότητα στον ικανότατο και οξύνου Τούρκο φύλαρχο να εξαπολύσει αντεπίθεση και να συντρίψει τους Βυζαντινούς, συλλαμβάνοντας τον ίδιο τον Αυτοκράτορα και πετυχαίνοντας αναπάντεχα περίτρανη νίκη.
Για τον Σουλτάνο ήταν εύκολο να επιδεικνύει επιείκεια και ανωτερότητα, μιλώντας από την θέση του αδιαμφισβήτητου νικητή. Ο Ρωμανός όμως, ήταν ένας δυναμικός φιλόπατρις ηγέτης, ο οποίος είχε καθήκον να διασώσει έναν λαό που αργοπέθαινε διοικούμενος από ανθέλληνες πολιτικούς και μία πατρίδα που συρρικνωνόταν. Μπροστά σε έναν τέτοιο διπλό κίνδυνο, η επιείκεια και η συγχώρεση αποτελούν τον μόνο βέβαιο δρόμο προς τον ολοκληρωτικό αφανισμό. Από την άλλη πλευρά, ο ευφυής Αλπ Αρσλάν, κατανοώντας πολύ καλά ότι η νίκη του οφειλόταν σε μία εξωφρενική διαστροφή της τύχης, η οποία σπανιότατα εμφανίζεται στα πεδία μαχών της ιστορίας, δεν ήθελε να εξωθήσει τα πράγματα. Ήταν απόλυτα ικανοποιημένος με αυτά που τόσο ανέλπιστα είχε κερδίσει.
Ο Αλπ Αρσλάν, για στρατηγικούς λόγους, πρότεινε όρους ειρήνης μάλλον ευνοϊκούς στο Ρωμανό.
Για το μέγεθος της ήττας που είχε υποστεί το αυτοκρατορικό στράτευμα, οι όροι της συνθήκης που υπέγραψε ο Ρωμανός μπορούν κάλλιστα να χαρακτηρισθούν ευσπλαχνικοί: η άμεση καταβολή 1,5 εκατομμυρίων χρυσών νομισμάτων και η καταβολή άλλων 360.000 ως ετήσιου φόρου. Επίσης, η παράδοση των πόλεων Μαντζικέρτ, Αντιόχειας, Ιεράπολης και Έδεσσας στους νικητές, η επιστροφή ολόκληρης της Αρμενίας στους ηττημένους, η παύση των τουρκικών επιδρομών στα αυτοκρατορικά εδάφη και η σύναψη γάμου μεταξύ του γιου του Αλπ Αρσλάν και της κόρης του Ρωμανού. Στην ουσία της, η συνθήκη εξασφάλιζε απόλυτα την εδαφική ακεραιότητα της Μικράς Ασίας.
Οκτώ ημέρες αργότερα ο Ρωμανός αφέθηκε ελεύθερος μαζί με τους στρατιώτες του για να πορευθεί προς την Βασιλεύουσα και να αναλάβει πάλι την διακυβέρνηση του κράτους. Είχε φύγει από εκεί πριν έξι μήνες ως Αυτοκράτορας και εννοούσε να επιστρέψει ως Αυτοκράτορας.
Στην πρωτεύουσα όμως και πριν την επιστροφή του αυτοκράτορα, οι εχθροί του με αρχηγό τον Ιωάννη Δούκα, και επηρεαζόμενοι από τον Μιχαήλ Ψελλό, με πρόφαση την ήττα του Ρωμανού έστεψαν βασιλέα το Μιχαήλ Ζ' Δούκα. Απέρριψαν κοντόφθαλμα και ασυζητητί τους όρους του Αρσλάν, πολιτική που καταδεικνύει τόσο την έλλειψη διορατικότητας, όσο και την άσβεστη προσωπική τους φιλοδοξία. Η Ευδοκία εν τω μεταξύ εξορίστηκε σε μοναστήρι στην Πρίγκηπο.
Κατά την επιστροφή του ο Ρωμανός δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Δοκίμασε να ανακαταλάβει το θρόνο του αλλά ηττήθηκε στη μάχη της Αμάσειας από τον ιδιωτικό στρατό του Ιωάννη Δούκα και λίγους μήνες μετά παραδόθηκε στον Ανδρόνικο Δούκα. Συνελήφθη, τυφλώθηκε με βάναυσο τρόπο, εξορίστηκε στην Πρώτη της Προποντίδας και τελικά πέθανε λίγο αργότερα, στις 4 Αυγούστου του 1072.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου