Ο Αντώνιος Β’ ο Καυλέας ήταν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από το 893
ως το 901.
Γεννήθηκε το 829 και είχε φρυγική καταγωγή. Εκάρη μοναχός σε ηλικία 12
ετών και αναδείχθηκε «ανήρ όσιος, εστεμμένος με αρετές και ναός οίκτου».
Αργότερα υποστήριξε τον αυτοκράτορα Λέοντα τον Σοφό έναντι του Πατριάρχη
Φωτίου, αλλά συνέβαλε και στην ειρήνευση της Εκκλησίας, εργαζόμενος για τη
συμφιλίωση των οπαδών των Πατριαρχών Φωτίου και Ιγνατίου και έγινε περιλάλητος
για την φιλανθρωπία και την ελεημοσύνη του. Για τους λόγους αυτούς, μόλις
πέθανε ο Πατριάρχης Στέφανος Α’, αδελφός του Λέοντα του Σοφού, ο τελευταίος τον
προώθησε στον Οικουμενικό Θρόνο.
Έτσι το έτος 893 εξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και εξακολούθησε
να αυξάνει στην πνευματική προκοπή, την ευσέβεια και τη φιλαδελφία.
Ως Πατριάρχης, συνεκάλεσε Σύνοδο, την οποία παρακολούθησαν και
απεσταλμένοι της Ρώμης, η οποία θεώρησε ότι το σχίσμα που προκλήθηκε από τον
Φώτιο και τον Ιγνάτιο είχε λήξει, χωρίς όμως να καταδικαστεί κανείς εκ των
πρωταγωνιστών του.
Ήταν άνθρωπος πράος και ευσεβής. Υποστήριξε τον μοναχισμό και θεμελίωσε
(ή ανακαίνισε) τη Μονή Καυλέα, εξ ου και το προσωνύμιό του. Κοιμήθηκε με ειρήνη
στις 12 Φεβρουαρίου του 901 και ετάφη στη Μονή αυτή. Η Σύναξή του ετελείτο στη
μονή, στην οποία ανήκε ως μοναχός. Θεωρείται θαυματουργός. Ανακηρύχθηκε άγιος
και η μνήμη του τιμάται στις 12 Φεβρουαρίου και από την Καθολική και από την
Ορθόδοξη Εκκλησία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου