Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος

Αριστερά: Ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος σε μικρογραφία χειρογράφου από το έργο του ιστορικού Γεωργίου Παχυμέρη (Μόναχο, Βαυαρική Κρατική Βιβλιοθήκη).
Δεξιά επάνω: Πορτραίτο του Βυζαντινού Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγου. 
(15ος αιώνας, Εθνική Βιβλιοθήκη της Ρωσίας).
Δεξιά κάτω: Χρυσό υπέρπυρον του Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγου.
Ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας και ιδρυτής της δυναστείας των Παλαιολόγων Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος έγινε την 1η Ιανουαρίου του 1259, συν-αυτοκράτορας της αυτοκρατορίας της Νίκαιας στο Νυμφαίον μαζί με τον Ιωάννη Δ’ Λάσκαρη Βατάτζη. Ουσιαστικά όμως έγινε αυτός ο αυτοκράτορας παραγκωνίζοντας τον ανήλικο τότε Ιωάννη Δ’ Λάσκαρη του οποίου ήταν κηδεμόνας. Με απαίτηση του Παλαιολόγου στέφθηκε μόνον αυτός αυτοκράτορας, ο δε Ιωάννης αποφασίστηκε να στεφθεί αργότερα όταν θα ενηλικιωνόταν.
Ο Μιχαήλ ήταν υιός του Ανδρόνικου μεγάλου δομέστικου και της Θεοδώρας Παλαιολογίνας, γι'αυτό τον αποκαλούσαν και “Διπλοπαλαιολόγο”.
Έχοντας ήδη αποδείξει την αξία του στο πεδίο της μάχης ως στρατιωτικός, ο Μιχαήλ έδωσε γρήγορα και σαφή δείγματα ηγετικών και διπλωματικών ικανοτήτων. Αφού λεηλάτησαν την Πόλη για πολύ καιρό οι Φράγκοι άρχισαν να μην ενδιαφέρονται πλέον για αυτή. Αυτό το εκμεταλλεύτηκε ο Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος ο ως τότε αυτοκράτορας της Νίκαιας.
Αντιμέτωπος με το ασθενικό βασίλειο των Λατίνων, η επάνοδος των Βυζαντινών υπό τη βασιλεία του στο φυσικό τους χώρο ήταν θέμα χρόνου. Πρώτη μεγάλη νίκη του αποτελεί η συντριβή των ενωμένων δυνάμεων του δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Β’ Αγγέλου, του πρίγκιπα της Αχαΐας Γουλιέλμου Βιλλεαρδουίνου και του βασιλιά της Σικελίας Μανφρέδου Χοχενστάουφεν στην μάχη της Πελαγονίας το 1259.
Μετά από μια αποτυχημένη επίθεση κατά της Κωνσταντινούπολης το 1260 ο Μιχαήλ Η’ κατάλαβε ότι του ήταν απαραίτητος ισχυρός στόλος ώστε να αντιμετωπίσει το στόλο των Βενετών που υπερασπιζόταν την Πόλη. Έτσι, το 1261 υπέγραψε συνθήκη συνεργασίας με τους Γενουάτες, που διέθεταν ισχυρό ναυτικό. Ως αντάλλαγμα τους υποσχέθηκε εμπορικά προνόμια όταν θα κατάφερνε να ανακτήσει την Πόλη. Παράλληλα, με εντολή του, δικοί του άνθρωποι παρακολουθούσαν μέρα-νύχτα την Κωνσταντινούπολη αναζητώντας τρόπο να μπουν σε αυτή κρυφά και να την καταλάβουν χωρίς μάχη.
Η τύχη στάθηκε στο πλευρό του Μιχαήλ Η’. Το καλοκαίρι του 1261 ο στρατηγός του Αλέξιος Στρατηγόπουλος βρισκόταν με μικρή δύναμη σε αναγνωριστική αποστολή στα σύνορα με τη Βουλγαρία με τη διαταγή να περάσει κοντά στην Κωνσταντινούπολη και να κάνει μία επίδειξη δύναμης. Περνώντας από τα τείχη της Πόλης ο Στρατηγόπουλος πληροφορήθηκε ότι η φρουρά της πόλης έλειπε όπως και ο βενετικός στόλος σε μια αποστολή. Κατάφεραν να μπουν από ένα κρυφό πέρασμα 50 άντρες στην Πόλη. Τότε, με ξαφνική επίθεση ο Στρατηγόπουλος ανακατέλαβε την Κωνσταντινούπολη στις 13 Ιουλίου του 1261.
Δεν έγινε σφαγή και οι Λατίνοι εκδιώχθηκαν με ήπια μέσα. Η πτώση του Λατινικού Βασιλείου της Κωνσταντινούπολης ήταν αναμενόμενη και μάλλον εκπλήσσει το ότι καθυστέρησε τόσο. Η καταστροφή που επετέλεσε στη Βυζαντινή αυτοκρατορία ήταν ανεπανόρθωτη, ενώ το πλήγμα στην εξέλιξη της πολιτισμένης ανθρωπότητας ήταν καίριο, τόσο σε βάρος του Ελληνισμού, όσο και σε βάρος της Δυτικής Ευρώπης.
Έτσι λοιπόν στις 15 Αυγούστου ο Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος εισήλθε με μεγάλη επισημότητα στη Βασιλεύουσα και στέφθηκε για δεύτερη φορά αυτοκράτορας στην Αγιά Σοφιά από τον Πατριάρχη Αρσένιο, αγνοώντας τον νόμιμο αυτοκράτορα Ιωάννη Δ’ Λάσκαρη ο οποίος ήταν μόλις 11 ετών, ενώ επέτρεψε στον Αλέξιο Στρατηγόπουλο να τελέσει θρίαμβο διαμέσου της πόλης και διέταξε να μνημονεύεται το όνομα του τελευταίου στις λειτουργίες των εκκλησιών επί ένα έτος.
Αργότερα, στις 25 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, στην επέτειο των ενδέκατων γενεθλίων του, ο Μιχαήλ Η’ διέταξε να τυφλώσουν τον Ιωάννη Δ’ ώστε να μην μπορέσει ποτέ να απειλήσει την δυναστεία των Παλαιολόγων. Η ενέργειά του αυτή προκάλεσε απέχθεια και την εξέγερση του πληθυσμού της Μικράς Ασίας, που ως τότε ήταν συναισθηματικά συνδεδεμένος με τη δυναστεία των Λασκαρίδων. Εξάλλου, ο πατριάρχης Αρσένιος αφόρισε τον αυτοκράτορα και στη συνέχεια αναγκάστηκε να παραιτηθεί, γεγονός που σηματοδότησε ένα κίνημα όλων όσοι ήταν εχθρικοί στον Μιχαήλ, το «κίνημα των Αρσενιατών». Όσοι αντέδρασαν δημόσια, τιμωρήθηκαν σκληρά με εξευτελισμό και ακρωτηριασμό, όπως ο Μανουήλ Ολόβολος. Ο Ιωάννης Δ’ πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του ως μοναχός έως τον θάνατό του στα 1305. Κατά την μοναστική του ζωή τον επισκέφθηκε ο γιος και διάδοχος του Μιχαήλ Ανδρόνικος Β’, ζητώντας με ταπεινοσύνη συγγνώμη για το έγκλημα που είχε διαπράξει ο πατέρας του.
Ο Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος εκτός από Βυζαντινός αυτοκράτορας ήταν και ο ιδρυτής της δυναστείας των Παλαιολόγων, της μακροβιότερης Βυζαντινής δυναστείας. Ως ηγέτης από πολλούς κατακρίθηκε και από άλλους τόσους υμνήθηκε. Για την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης του δώθηκε το προσωνύμιο “Ελευθερωτής”.
Ο Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος ήταν ένας πανέξυπνος άνθρωπος, από ευέλικτος διπλωμάτης μέχρι σατανικός μηχανορράφος. Από νεαρός, με διάφορα τεχνάσματα και πειστικά επιχειρήματα, κατόρθωσε να διαφύγει τα βασανιστήρια αλλά και το θάνατο από τον αυτοκράτορα της Νικαίας Βατάτζη, ο οποίος τον υποπτευόταν για ανατρεπτικές συνωμοσίες.
Ως γνήσιος Ρωμιός, ή Βυζαντινός, και ο ίδιος χρησιμοποίησε βασανιστήρια και θανατώσεις σε αντιπάλους του που δεν υιοθετούσαν την πολιτική του ή αντιστέκονταν στα σχέδιά του. Η τύφλωση του νεαρού διαδόχου Ιωάννη και ο σφετερισμός του θρόνου ήταν ένα παράδειγμα, κατά τα άλλα κοινό συμβάν στην ιστορία των Βυζαντινών αυτοκρατόρων…
Η εποποιία του Μιχαήλ, ήταν αδιαμφισβήτητα πλαισιωμένη από σημαντικές επιτυχίες. Στα χέρια του κατέστη δυνατή η ολοκλήρωση του σημαντικού έργου του Ιωάννη Γ’ Δούκα Βατάτζη. Επανακτώντας την Πόλη και μεταφέροντας εκεί το κρατίδιο της Νικαίας, ο Μιχαήλ κατορθώνει να ενισχύσει τη Βυζαντινή παρουσία κυρίως μέσα από έντονη διπλωματική δραστηριότητα. Είναι αδιαμφισβήτητα ο κορυφαίος διπλωμάτης Βυζαντινός Αυτοκράτορας που συνέχισε μια μακραίωνη παράδοση επιτυχών ελιγμών υπό τις δυσμενέστερες συνθήκες. Παρ’ όλα αυτά, δε δίστασε να κάνει χρήση στρατιωτικών μέσων, όταν έβλεπε στη χρήση αυτή άμεσα και σίγουρα πλεονεκτήματα. Μεγαλύτερες δυσκολίες συνάντησε στην προσπάθειά του για ένωση των Εκκλησιών, ιδέα στην οποία πίστευε ότι θα βασιστεί η μακροβιότητα του κράτους του. Δυστυχώς, υποεκτίμησε την εμμονή των Ορθοδόξων στο δόγμα και τις λειτουργικές τους συνήθειες, με αποτέλεσμα μέχρι την εποχή του θανάτου του, να θεωρείται από το λαό του ο ίδιος «ο επί γης αντιπρόσωπος του Κυρίου», προδότης της πίστεως. Τέλος, δεν ήταν και ιδιαίτερα επιτυχής στη διαχείριση των οικονομικών του κράτους, κυρίως υπό το βάρος της πολυέξοδης διπλωματικής πολιτικής του.
Πέθανε στο Παχώμιο της Ανατολικής Θράκης, την 11η Δεκεμβρίου του 1282, ενώ ο γιος και διάδοχός του Ανδρόνικος μετέφερε τη σορό του στη Θράκη, όπου ενταφιάστηκε χωρίς να ψαλεί νεκρώσιμη ακολουθία. Παλαιολόγος είχε πεθάνει ως «λατινόφρων».
Ο Μιχαήλ Η’ έδωσε ζωή για περίπου 200 ακόμα χρόνια στην αδύναμη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, η οποία θα μπορούσε να επιζήσει, αν οι άμεσοι διάδοχοί του ήταν αντάξιοί του και δεν εμπλέκονταν σε εμφύλιους πολέμους που εξασθένησαν το κράτος και επέτρεψαν την τελική άλωσή του από τους Οθωμανούς το 1453.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου