●Σαν σήμερα, στις 11 Δεκεμβρίου του 969, ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Νικηφόρος Β’ Φωκάς δολοφονείται από τη σύζυγό του, Θεοφανώ, και τον εραστή της και μετέπειτα αυτοκράτορα Ιωάννη Α’ Τσιμισκή.

Η δολοφονία του αυτοκράτορα Νικηφόρου Β’ Φωκά. Από τη Σύνοψη Ιστοριών του Ιωάννη Σκυλίτζη, Εθνική Βιβλιοθήκη της Ισπανίας, Μαδρίτη. (Skyllitzes Matritensis, Biblioteca Nacional de España).

Ο ανιψιός του Φωκά Ιωάννης Τσιμισκής εκμεταλλευόμενος τη δυσφορία των Βυζαντινών από τις επαχθείς φορολογικές επιβαρύνσεις και από τη συνεχή πολεμική δραστηριότητα για μια ολόκληρη εξαετία (963-969) η οποία είχε κουράσει το βυζαντινό στρατό, συνεργάστηκε με την αυτοκράτειρα, σύζυγο του Νικηφόρου, Θεοφανώ και οργάνωσε συνωμοσία για την εκθρόνιση του, η οποία και συντελέστηκε με τη δολοφονία του αυτοκράτορα τις πρώτες πρωινές ώρες της 11ης Δεκεμβρίου του 969. Δολοφονήθηκε με απεχθή τρόπο, την ώρα που κοιμόταν (σαν στρατιωτικός κοιμόταν στο δάπεδο του δωματίου, μια συνήθεια που παρ' ολίγο να του έσωζε τη ζωή) από συνεργάτες του Ιωάννη.
Τα μέλη της συνωμοσίας είχαν ορίσει την 10η Δεκεμβρίου ως την ημέρα εκτέλεσης του σχεδίου τους για την δολοφονία του αυτοκράτορα. Νωρίς το απόγευμα της ίδιας ημέρας η Θεοφανώ (από τους πρωτεργάτες της συνωμοσίας) είχε βοηθήσει στην είσοδο των υπολοίπων μελών κρυφά στο παλάτι ντύνοντας τους με γυναικεία ρούχα, κάτω από τα όποια έκρυβαν τα φονικά τους όπλα. Ο Ιωάννης Τσιμισκής, ο όποιος είχε ηγετικό ρολό σε αυτήν την συνωμοσία, για να μην κινήσει υποψίες βρισκόταν στο Πέραν. Ωστόσο οι ενέργειες αυτές δεν πέρασαν απαρατήρητες και έφτασαν στα αυτιά του Νικηφόρου. Αυτός ανήσυχος έστειλε τον Μιχαήλ, έναν από τους πιο έμπιστους ευνούχους του, όπως πίστευε, για να ερευνήσει το παλάτι. Αυτός όμως απ’ ότι φαίνεται είχε ταχθεί με το μέρος της Θεοφανούς και έτσι δεν ανέφερε τίποτα το ασυνήθιστο στον αυτοκράτορα. Τη νύχτα αυτή, όπως αναφέρεται από τον Λέοντα τον Διάκονο, μια τρομερή χιονοθύελλα είχε ξεσπάσει στην Πόλη. Οι συνεργάτες του Τσιμισκή φοβόντουσαν μήπως δεν κατάφερνε να διασχίσει εγκαίρως τον φουρτουνιασμένο Κεράτιο κόλπο καθώς επέβαινε σε μικρή βάρκα και δεν είχε δάδα αναμμένη, ώστε να μην γίνει αντιληπτός από τους φρουρούς των τειχών. Τελικά λίγο πριν τα μεσάνυχτα βρέθηκε και αυτός στο παλάτι, έτοιμος για δράση.
Ο αυτοκράτορας, ανυποψίαστος για τα γεγονότα που διαδραματίζονταν δίπλα του, είχε ξαπλώσει στο πάτωμα, συνήθεια που είχε αποκτήσει όσο καιρό ήταν στρατιωτικός, σε μια γωνία του αυτοκρατορικού δωματίου. Την προκαθορισμένη ώρα οι συνωμότες οδηγημένοι από κάποιον έμπιστο του αυτοκράτορα βρέθηκαν στην κάμαρά του. Όταν είδαν το αυτοκρατορικό κρεβάτι άδειο τους κυρίευσε τρόμος και πανικός γιατί πίστευαν ότι η συνωμοσία τους είχε αποκαλυφθεί και οι αυτοκρατορικοί σωματοφύλακες τους είχαν στήσει παγίδα για να τους συλλάβουν την ώρα που θα εκτελούσαν την αποτρόπαια ενέργειά τους. Τελικά τη λύση την έδωσε πάλι ο έμπιστος του Φωκά που τους είχε οδηγήσει ως εδώ, δείχνοντας τους την σκοτεινή γωνία του δωματίου που κοιμόταν ο Νικηφόρος.
Τα όσα ακολούθησαν είναι άκρως τραγικά, και δεν συνάδουν με την ιστορία του μεγάλου στρατηλάτη και ευσεβούς χριστιανού. Ο ταξίαρχος Λέων Βαλάντης τράβηξε το ξίφος του και κατάφερε ένα δυνατό κτύπημα στον αυτοκράτορα με σκοπό να τον αποκεφαλίσει. Την στιγμή αυτή φαίνεται να ξύπνησε ο Νικηφόρος και στην απεγνωσμένη του προσπάθεια να ξεφύγει, χτυπήθηκε στο πρόσωπο από το σπαθί του ταξίαρχου αλλά δεν σκοτώθηκε. Στην τραγική κατάσταση που βρισκόταν, τυφλωμένος από τα αίματα, ανήμπορος να αντιδράσει και εγκαταλελειμμένος από όλους, έστρεψε τις τελευταίες του ελπίδες στην Παναγία που τόσο ευλαβούταν. Τελικά άφησε την τελευταία του πνοή με το όνομα της Παναγίας στα χείλη του. Οι αυτοκρατορικοί φρουροί θορυβημένοι από τον φασαρία μπήκαν στην κάμαρα. Όταν αντίκρισαν το ακέφαλο σώμα του Νικηφόρου μέσα σε μια λίμνη αίματος κατάλαβαν ότι είχαν φτάσει πολύ αργά.
Δυστυχώς ο ικανός αυτοκράτορας Νικηφόρος Φωκάς έπεσε θύμα άγριας δολοφονίας, και η μοίρα του επεφύλαξε αυτόν τον άδοξο θάνατο. Η πράξη αυτή φαντάζει ακόμη πιο στυγερή, ένεκα του ότι συμμετείχε και την διευκόλυνε η βασίλισσα Θεοφανώ.
Η αυτοκρατορική φρουρά αιφνιδιάστηκε και δεν πρόλαβε να αντιδράσει. Το ίδιο αιφνιδιάστηκαν και ο αδελφός του δολοφονηθέντος Λέων Φωκάς, και ο υιός του πατρίκιος Νικηφόρος. Είναι πολύ πιθανόν αν ενεργούσαν εγκαίρως, λόγω των μεγάλων δυνάμεων που διατηρούσαν στην Κωνσταντινούπολη να επικρατούσαν έναντι των στασιαστών.
Στο μεταξύ λίγες στιγμές μετά την δολοφονία, άνθρωποι του Ιωάννη Τσιμισκή ξεχύθηκαν στους δρόμους της βασιλεύουσας φωνάζοντας «Ιωάννης, Αύγουστος και Βασιλεύς των Ρωμαίων». Η παγωμένη ατμόσφαιρα που επικρατούσε στην Πόλη από την στυγερή δολοφονία του αυτοκράτορα συνέβαλε στην αδράνεια των πολιτών να αντισταθούν στην ενθρόνιση του πρωτεργάτη της συνωμοσίας Ιωάννη Τσιμισκή. Το σώμα του Νικηφόρου πετάχτηκε από το παράθυρο του δωματίου και έμεινε εκεί παραπεταμένο για την υπόλοιπη ημέρα. Μόλις βράδιασε, κάποιοι από τους υπηρέτες που είχαν παραμείνει πιστοί, πήραν το σώμα του και το μετέφεραν μέσα από τους άδειους δρόμους της Πόλης στο νεκροταφείο των βασιλέων στην εκκλησία των Αγίων Απόστολων και το έβαλαν σε μαρμάρινη σαρκοφάγο. Χαρακτηριστικό γεγονός είναι, όπως φαίνεται από τα λεγόμενα του Λέοντος του Διακόνου, ότι επίσημα δεν έγινε κηδεία του πρώην αυτοκράτορα. Αυτό το φρικιαστικό τέλος επιφύλαξε η μοίρα για τον Nικηφόρο Β΄ Φωκά, τον γενναίο στρατηγό, τον ευσεβή χριστιανό αλλά και τον προδομένο αυτοκράτορα.
Το τέλος του Νικηφόρου Φωκά υπήρξε δυσανάλογο της ένδοξης ζωής του.

Στην πέτρα του τάφου του χαράχθηκε, από τον Μητροπολίτη Μελιτίνης Ιωάννη Γεωμέτρη το παρακάτω επίγραμμα:

«Τον ανδράσι πριν και τομώτερον ξίφους
Πάρεργον ούτος και γυναικός και ξίφους.
Ος τω κράτει πριν γης είχεν όλον κράτος,
ώσπερ μικρός γης μικρόν ώκησε μέρος.
Το πριν σεβαστόν, ως δοκώ, και θηρίοις,
ανείλεν η σύγκοιτος έν δοκούν μέλος.
ο μηδέ νυξί μικρόν υπνώττειν θέλων
εν τω τάφω νυν μακρόν υπνώττει χρόνον.
θέαμα πικρόν! Αλλ' ανάστα νυν, άναξ,
και τύπτε πεζούς, ιππότας, τοξοκράτας,
το σον στράτευμα, τας φάλαγγας, τους λόχους.
Ορμά καθ' ημών ρωσική πανοπλία,
Σκυθών έθνη σφύζουσιν εις φονουργίας,
λεηλατούσι παν έθνος την σην πόλιν,
ους επτόει πριν και γεγραμένος τύπος
προ των πυλών σος εν πόλει Βυζαντίου.
Ναι, μη παρόψει ταύτα˙ ρίψον τον λίθον
τον σε κρατούντα, και λίθοις τα θηρία
τα των εθνών δίωκε˙ δως δε και πέτρας
στηριγμόν ημίν αρραγεστάτην βάσιν.
ει δε ου προκύψαι του τάφου μικρόν θέλεις,
καν ρήξον εκ γης έθνεσιν φωνήν μόνην˙
ίσως σκορπίσεις ταύτη και τρέψει μόνη.
Ειδ' ουδέ τούτο, τω τάφω τω σω δέχου
Σύμπαντας ημάς˙ ο νεκρός γαρ αρκέσει
Σώζειν τα πλήθη των όλων χριστονύμων,
Ώ πλην γυναικός τα δ' άλλα Νικηφόρος.


Ο Νικηφόρος Β’ Φωκάς ανακηρύχθηκε άγιος και η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 11 Δεκεμβρίου.

Η μνήμη του αναφέρεται μόνο στον Λαυριωτικό Κώδικα Β 4φ. 133, όπου υπάρχει και πλήρη Ακολουθία του με Κανόνες. Δημοσιεύθηκαν από τον L. Petit στο Byz. Zeitschrift τ. ΙΓ' το 1904 σελ. 398 - 420 και από τον Δημητριεύσκη στο Κίεβο το 1911.


Ο Νικηφόρος Φωκάς καταλαμβάνει σημαντική θέση στο στερέωμα των Βυζαντινών αυτοκρατόρων, κυρίως λόγω της στρατιωτικής πολιτικής του, πριν και μετά τη στέψη του. Αλλά και η προσφορά του στην Εκκλησία ήταν μεγάλη. Βοήθησε τον Όσιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη να χτίσει την πρώτη μονή του Αγίου Όρους, τη σημερινή Μεγίστη Λαύρα, θέτοντας ένα επίσημο πλαίσιο λειτουργίας της μονής και όλης της περιοχής. Λέγεται ότι κάτω από το αυτοκρατορικό ένδυμα φορούσε ράσα και είχε εκδηλώσει την επιθυμία να εγκαταλείψει το θρόνο και να γίνει μοναχός. Αξίζει να σημειωθεί η προσπάθειά του να τιμήσει ως μάρτυρες όλους τους στρατιώτες που έπεσαν κατά τη διάρκεια των αγώνων του με τους απίστους. Η προσπάθεια αυτή όμως βρήκε αντίθετους τους Πατριάρχες και τους Επισκόπους και ως εκ τούτου ο Αυτοκράτορας αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει το σχέδιό του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου